Πριν λίγες δεκαετίες, ένας μαρξιστής ιστορικός, όχι ιδιαίτερα ριζοσπαστικός, ή μάλλον τόσο συγκρατημένος που τον είπανε «τόρυ κομμουνιστή» (μιλάμε βέβαια για τον Χόμπσμπαουμ), θεώρησε καλό να υπενθυμίσει ότι η αξιοκρατία είναι, σε εννοιολογικό επίπεδο, το ακριβώς αντίθετο της δημοκρατίας, η άρνηση της εξισωτικής αρχής και η αντικατάστασή της από κάποια άδηλη και σκοτεινή ουσία («αξία») που μένει να οριστεί αλλά πάντως αποτελεί προνόμιο λίγων. Σε τελική ανάλυση (δε θυμάμαι τώρα αν αυτό το συμπέραινε ο ίδιος ο Χόμπσμπαουμ ή αν άφηνε τον αναγνώστη του να το συμπεράνει),[1] η αξιοκρατία είναι μια άλλη λέξη για την αριστοκρατία, που δηλώνει ότι το πάνω χέρι πρέπει να το έχουν ορισμένοι και λίγοι, που διαθέτουν εξαρχής κάποιο προσόν, κι επιπλέον ότι αυτό το προσόν αποδεικνύει, αντικειμενικά και ολοφάνερα, την ηθική ή διανοητική ανωτερότητά τους: αυτοί είναι «άξιοι» ή «άριστοι», και ασφαλώς σοφοί, γενναίοι και ωραίοι. Απέναντι σε τέτοιες, αριστοκρατικές ή αξιοκρατικές αξιώσεις, έχουμε πάντα το δικαίωμα να κάνουμε δυο (τουλάχιστον) ερωτήσεις:
– Ποιος αποφασίζει για το ποιος είναι άριστος ή άξιος κλπ;
– Ποια είναι τα κριτήρια αυτής της αξιολόγησης;