Η κοσμοϊστορική πολιτισμική επανάσταση

ένα κείμενο του Μάρσαλ Σάλινς
για τα τρία χρόνια από το θάνατό του*

Τον πρώτο καιρό του εκχριστιανισμού των Νησιών Φίτζι, όταν ένας όλο θαυμασμό αρχηγός είπε στο χριστιανό ιεραπόστολο, «Τα καράβια σας είναι αληθινά, τα κανόνια σας είναι αληθινά, άρα και ο θεός σας πρέπει να είναι αληθινός», δεν εννοούσε αυτό που θα καταλάβαινε ο σημερινός μέσος κοινωνικός επιστήμονας: ότι η έννοια του «θεού», όπως και της «θρησκείας» γενικότερα, είναι μια αντανάκλαση της πραγματικής πολιτικής τάξης πραγμάτων, μια λειτουργική ιδεολογία προορισμένη να νομιμοποιήσει τις υπέρτερες εκκοσμικευμένες δυνάμεις. Στην περίπτωση αυτή, η πρόδηλη αναγνώριση της ύπαρξης του άγγλου θεού θα ήταν έκφραση, σε μορφή θρησκευτικού φαντασιακού, της υλικής δύναμης των κανονιών και των καραβιών. Όμως ο αρχηγός έλεγε κάτι προς την αντίθετη κατεύθυνση, ότι τα αγγλικά καράβια και κανόνια ήταν υλικές εκφράσεις της δύναμης –mana στα φιτζιανά– του θεού, στην οποία οι ξένοι είχαν προφανώς προνομιακή πρόσβαση. Η φιτζιανή λέξη για το «αληθινό» (dina) είναι κατηγόρημα του mana, όπως στην κοινή τελετουργική έκφραση «mana, είναι αληθινό». Εκείνο που είπε λοιπόν ο αρχηγός είναι ότι τα αγγλικά καράβια και κανόνια, καθότι θεϊκά προικισμένα με mana, ήταν πραγματώσεις της ισχύος του άγγλου θεού.

Το ανέκδοτο αυτό συνοψίζει το ευρύτερο πλαίσιο και το επανερχόμενο θέμα τούτου του έργου: το ριζικό μετασχηματισμό της πολιτισμικής τάξης πραγμάτων που ξεκίνησε πριν περίπου 2.500 χρόνια –στην «Αξονική Εποχή», όπως την ονόμασε το 1953 ο γερμανός ψυχίατρος και φιλόσοφος Karl Jaspers– και η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη σε παγκόσμια κλίμακα.[1]** Οι ιδιαίτεροι Πολιτισμοί (civilizations) που εξαπλώθηκαν ξεκινώντας από την Ελλάδα, την Εγγύς Ανατολή, τη Βόρεια Ινδία και την Κίνα ανάμεσα στον 8ο και τον 3ο αιώνα π.Χ. έφεραν μια, σε εξέλιξη ακόμα, πολιτισμική επανάσταση κοσμοϊστορικών διαστάσεων. Η βασική αλλαγή ήταν η μετατόπιση της θεϊκότητας από μια εμμενή (immanent) παρουσία στην ανθρώπινη δραστηριότητα σε έναν υπερβατικό «άλλο κόσμο» με τη δική του πραγματικότητα, αφήνοντας τη γη μόνο στους ανθρώπους, ελεύθερους τώρα να δημιουργήσουν τους θεσμούς τους στηριγμένοι στα δικά τους μέσα και στα δικά τους φώτα.

Μέχρι να μεταλλαχθούν από την αποικιακή διάδοση των αξονικών ιδεολογιών, του χριστιανισμού κυρίως, οι λαοί (δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας) περιβάλλονται από μια στρατιά πνευματικών όντων – θεοί, πρόγονοι, ψυχές που ενοικούν σε φυτά και ζώα, κ.ά. Αυτοί οι μικρότεροι και μεγαλύτεροι θεοί δημιουργούν στην ουσία τον ανθρώπινο πολιτισμό (culture) – είναι εμμενείς στην ανθρώπινη ύπαρξη και, για το καλύτερο ή για το χειρότερο, καθορίζουν την ανθρώπινη μοίρα, ακόμα και σε ζητήματα ζωής και θανάτου. Παρότι ονομάζονται συνήθως «πνεύματα», αυτά τα όντα έχουν τα βασικά γνωρίσματα των προσώπων, ένα πυρήνα από τις ίδιες νοητικές, ιδιοσυγκρασιακές και επιθυμητικές ικανότητες. Επομένως, στις σελίδες αυτές ονομάζονται συχνά «μεταπρόσωπα» ή «μεταάνθρωποι», και όταν ονομάζονται, εναλλακτικά, «πνεύματα», ο όρος πρέπει να θεωρείται πάντα εντός εισαγωγικών, με δεδομένη την ιδιότητά τους ως μη ανθρώπινων προσώπων. (Παρόμοια, ο όρος «θρησκεία» είναι άστοχος εκεί όπου αυτές οι μεταανθρώπινες υπάρξεις και δυνάμεις είναι εγγενείς σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα και αποτελούν προϋπόθεσή της, και όχι υπερβατική ύστερη σκέψη.) Με αυτήν ακριβώς την ιδιότητα, αλληλεπιδρούν με ανθρώπινα πρόσωπα για να σχηματίσουν μια μεγάλη κοινωνία κοσμικών διαστάσεων – της οποίας οι άνθρωποι είναι ένα μικρό και εξαρτημένο μέρος.

Αυτή η εξαρτημένη θέση σ’ ένα σύμπαν ισχυρότερων μεταανθρώπινων όντων έχει σταθεί η συνθήκη της ανθρωπότητας για το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της και για την πλειονότητα των κοινωνιών της. Όλος ο κόσμος πριν και γύρω από τους αξονικούς Πολιτισμούς ήταν μια ζώνη εμμένειας. Εδώ οι μυριάδες μεταανθρώπινες δυνάμεις δεν ήταν μόνο παρούσες στην εμπειρία των ανθρώπων αλλά ήταν οι αποφασιστικοί παράγοντες της ευημερίας και της οδύνης – οι πηγές της επιτυχίας τους ή της αποτυχίας τους σε κάθε είδους εγχειρήματα, από τη γεωργία και το κυνήγι ως τη σεξουαλική αναπαραγωγή και τις πολιτικές φιλοδοξίες. Όπως θέτει το ζήτημα ο ιστορικός του θρησκευτικού συναπαντήματος στους πρώιμους νεότερους χρόνους Alan Strathern, σ’ ένα διαφωτιστικό πρόσφατο έργο για τον μετασχηματισμό εκείνου που η συνήθης κοινωνική επιστήμη ονόμασε το πέρασμα από τον «εμμενισμό» (immanentism) στον «υπερβατισμό», η «βασική εμμενιστική παραδοχή είναι ότι η ικανότητα να επιτύχεις οποιοδήποτε άξιο λόγου στόχο εξαρτάται από την έγκριση ή την επέμβαση υπερφυσικών δυνάμεων και μεταπροσώπων. Αυτά αποτελούν τη βασική πηγή της ικανότητας να παράγεις τροφή, να επιβιώνεις από αρρώστιες, να γίνεσαι πλούσιος, να γεννάς και να κάνεις πόλεμο».[2] Αρχίζουμε να διακρίνουμε τι διακυβεύεται, θεσμικά και δομικά, στη διαίρεση εμμενισμού / υπερβατισμού. Ζητώντας συγγνώμη από όλους τους λειτουργούς των επιστημών του ανθρώπου, μαρξιστές, ντυρκεμιανούς και άλλους, που στηρίζονται σιωπηρά στις παραδοχές ενός υπερβατιστικού κόσμου, οι εμμενιστικοί πολιτισμοί υπόκεινται σε «προσδιορισμό από τη θρησκευτική βάση» –ώσπου, δηλαδή, η θεϊκότητα να περάσει από την εμμενή υποδομή στην υπερβατική υπερδομή.

Μάλλον εννοείται χωρίς να το πούμε, πάντως είναι καλύτερα να το πω: το θέμα είναι το πως οργανώνονται και πώς λειτουργούν πραγματικά οι εμμενιστικές κοινωνίες, σύμφωνα με τους δικούς τους πολιτισμικούς όρους και τις δικές τους έννοιες για το τι υπάρχει, όχι όπως «πραγματικά έχουν τα πράγματα» στο δικό μας επιχώριο σχήμα των πραγμάτων. Θα γίνει ολοφάνερο ότι οι δικές μας υπερβατιστικές έννοιες, στο μέτρο που έχουν ενσωματωθεί στις συνηθισμένες εθνογραφικές ορολογίες, έχουν παραμορφώσει τους εμμενιστικούς πολιτισμούς που ισχυρίζονται ότι περιγράφουν. Ας δούμε για παράδειγμα τη συνηθισμένη διάκριση μεταξύ «πνευματικού» και «υλικού»: δεν είναι κατάλληλη για κοινωνίες που θεωρούν ότι τα κάθε λογής λεγόμενα «πράγματα» –και συχνά οτιδήποτε υπάρχει– εμψυχώνονται από πνευματικά πρόσωπα που ενοικούν σ’ αυτά. Το ότι αυτή η διαφορά αποτελεί θεμελιακή διαφορά πολιτισμικής τάξης είναι το βασικό νόημα του βιβλίου. Εκείνο που θεωρείται «οικονομία» ή «πολιτική», ενταγμένο σ’ ένα μαγεμένο σύμπαν είναι ριζικά διαφορετικό από τις έννοιες και τα στρατηγήματα που είναι ελεύθεροι να ακολουθούν οι άνθρωποι όταν οι θεοί βρίσκονται πολύ μακριά και δεν ανακατεύονται ποτέ στα πόδια τους. Στην εμμενιστική πολιτισμική τάξη, η τελετουργική επίκληση των πνευματικών όντων και των δυνάμεών τους είναι η εθιμική προϋπόθεση για κάθε είδους πολιτισμική πρακτική. Σε συνδυασμό με τις ανθρώπινες τεχνικές βιοπορισμού, αναπαραγωγής, κοινωνικής ευταξίας και πολιτικής αρχής, όντας η απαραίτητη συνθήκη για την αποτελεσματικότητά τους, η κοσμική στρατιά όντων και δυνάμεων αποτελούν πανταχού παρόν υπόστρωμα της ανθρώπινης δράσης. Το πλήθος των πνευματικών προσώπων συντίθεται με την κοινωνική δράση σαν ένα στοιχείο σε μια χημική ένωση ή σαν ένα δεσμευμένο μόρφημα σε μια φυσική γλώσσα. Ή όπως λέει ο Lévy-Bruhl για κάποιους λαούς της Νέας Γουινέας, «δεν ξεκινούν οτιδήποτε αν δεν έχουν προσφύγει πρώτα σε ξόρκια».[3]

 

Ο διάσημος χαραχτηρισμός του Weber για τη νεοτερικότητα, «το ξεμάγεμα (ή αλλιώς η απομάγευση) του κόσμου», είναι ένας ύστερος αντίλαλος του υπερβατισμού που αναπτύχθηκε στην «Αξονική Εποχή» του Karl Jaspers και της εκτεταμένης βιοτεχνίας επιστημονικών σχολίων που ακολούθησε. Η συναίνεση παραμένει και σήμερα, όπως την είχε διατυπώσει από νωρίς ο σινολόγος Benjamin Schwartz: «Εάν υπάρχει εντούτοις μια κοινή υποκείμενη ώθηση σε όλα αυτά τα “αξονικά” κινήματα, θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε: μια πίεση προς την υπερβατικότητα».[4] Η αναφορά του ολλανδού ανατολιστή Henri Frankfort στον «αυστηρό υπερβατισμό» του αρχαίου εβραίου Θεού προσεγγίζει μια ιδεοτυπική περιγραφή: «Η απόλυτη υπερβατικότητα του Θεού είναι το θεμέλιο της εβραϊκής θρησκευτικής σκέψης». Είναι «άφατος, υπερβαίνοντας κάθε φαινόμενο».[5] Με τα πνεύματα να έχουν φύγει, οι άνθρωποι κληρονόμησαν τώρα μια γη που είχε γίνει ανυποκειμενική (subjectless) «φύση». Το αποτέλεσμα ήταν μια πραγματική πολιτισμική επανάσταση ή, όπως λέει ο ισραηλινός κοινωνιολόγος S. N. Eisenstadt, μια σειρά επαναστάσεων που «έχουν να κάνουν με την ανάδυση, την εννοιολόγηση και τη θεσμοποίηση μιας βασικής έντασης ανάμεσα στην υπερβατική και την εγκόσμια τάξη πραγμάτων».[6]

Αυτή η έννοια μιας επανερχόμενης διαδικασίας αποδίδει καλύτερα τη διατήρηση εμμενών στοιχείων σε όλα τα υπερβατικά καθεστώτα αυτού του είδους. Η εμμένεια συνεχίζεται με πολλές μορφές, από τις «λαϊκές δοξασίες» σε περιοχές της ενδοχώρας, ή καθόδους της θεϊκότητας από τον ουρανό στη γη σε θεοφάνειες και θαυματουργές παρεμβάσεις, ή ανόδους της ανθρωπότητας από τη γη στον ουρανό σε σαμανικές συνεδρίες και προφητικά οράματα. Επομένως, ο υπερβατισμός δυσκολευόταν να αντιπαρέλθει την εμμενιστική κληρονομιά του, όπως βλέπουμε στις Εξομολογήσεις του Αυγουστίνου, που έζησε στον 4ο-5ο αιώνα μ.Χ., στα τέλη της Αξονικής Εποχής.

Ο καλός επίσκοπος, λίγο-πολύ ασυνείδητα, συντήρησε έναν πανταχού παρόντα ανιμισμό σ’ ένα κόσμο στερημένο από Θεό. Παρ’ όλη την επιμονή του Αυγουστίνου ότι ο Θεός έφτιαξε το γήινο κόσμο εκ του μηδενός, παρέμεινε ωστόσο ικανός ν’ ανοίξει έναν ενδιαφέροντα διάλογο με τη γη, τη θάλασσα, «τα ερπετά που σέρνονται στη γη», «τις πνοές του ανέμου», «τον άνεμο και τους κατοίκους του ανέμου», τον ουρανό, τον ήλιο, το φεγγάρι και τ’ αστέρια, ρωτώντας όλα αυτά αν ήταν Θεός και όλα του αποκρίθηκαν ότι δεν ήταν Αυτός. Είπαν τα ερπετά, «Δεν είμαστε ο Θεός σου, ψάξε ψηλότερα». Τα ουράνια σώματα, παρόμοια, αρνήθηκαν ότι ήταν «ο Θεός που αναζητάς». Τότε, είπε ο Αυγουστίνος απαντώντας «σε όλα αυτά τα πράγματα που κρούουν τις θύρες του κορμιού»: «Πείτε μου εσείς για τον Θεό μου. Αφού δεν είσαστε εσείς, τουλάχιστον μιλήστε μου γι’ Αυτόν». Και εβόησαν φωνή μεγάλη: «Αυτός μας έπλασε» (Εξομολογήσεις, Χ, 6).[7] Μάταια λοιπόν ο Αυγουστίνος αναζητούσε έναν υπερβατικό Θεό σ’ ένα σύμπαν κατοικημένο από τα εμμενή πρόσωπα-των-πραγμάτων.           (…συνεχίζεται στο βιβλίο)

Marshall Sahlins
(μετάφραση: tetartoskosmos@gmail.com)

σημειώσεις

* Ο Marshall Sahlins πέθανε στο σπίτι του στο Σικάγο στις 5 Απριλίου 2021. Παρά τα 90 του χρόνια και παρά τα προβλήματα υγείας, είχε σχεδιάσει ένα τρίτομο έργο, από το οποίο πρόλαβε να γράψει μόνο τον πρώτο τόμο. Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε μεταθανάτια, τον Απρίλη του 2022, χάρι στις φροντίδες ενός μαθητή του, του Frederick B. Henry Jr., και της οικογένειας του Marshall – η ελληνική του μετάφραση θα κυκλοφορήσει μέσα στη χρονιά. Το κείμενο που θα διαβάσετε παρακάτω είναι το ξεκίνημα της εισαγωγής (που έχει τον ίδιο τίτλο), σελ. 1-5 στο πρωτότυπο. (Οι –ατέλειωτες– «ευχαριστίες» από το ίδιο βιβλίο, έχουν δημοσιευτεί επίσης εδώ).  [Σημ. 4K]

[1] Karl Jaspers,. The Origin and Goal of History. μτφ. Michael Bullock, Routledge & Kegan Paul, 1953.

** Ο David Graeber, τόσο κοντά στον Sahlins, ασχολήθηκε κι αυτός με την Αξονική Εποχή, σε διαφορετικό πνεύμα, παρατηρώντας ότι «αντιστοιχεί σχεδόν επακριβώς στην περίοδο κατά την οποία εφευρέθηκε η νομισματοκοπία» – και, δευτερευόντως, μια κρατική στρατιωτική οργάνωση νέου τύπου. Η κατά Jaspers Αξονική Εποχή (Achsenzeit) εκτείνεται από το περίπου 800 π.Χ. ως το περίπου 200 π.Χ., όμως ο Graeber, «για τους δικούς του σκοπούς», την πραγματεύεται από κοινού με την «Πνευματική Εποχή [του Jaspers] που επικεντρώνεται σε μορφές όπως ο Ιησούς και ο Μωάμεθ», επεκτείνοντάς την ως το 600 μ.Χ. περίπου, στο 9ο κεφάλαιο («Η αξονική περίοδος») του βιβλίου του: Χρέος. Τα πρώτα 5.000 χρόνια [2011], μτφ. Γ. Βογιατζής, Γ. Καράμπελας & Γ. Πεδιώτης, επιστ. επιμ. Άρης Αναγνωστόπουλος, Στάσει Εκπίπτοντες, 2013, σελ. 317-357.  [Σημ. 4K]

[2] Alan. Strathern, Unearthly Powers: Religious and Political Change in World History, Cambridge University Press, 2019, σελ. 36-37.

[3] Lucien Lévy-Bruhl, Primitive Mentality, μτφ. Lilian A. Clare, George Allen & Unwin, 1923, σελ. 308-309.

[4] Benjamin Schwartz, «The Age of Transcendence», Daedalus, τόμ. 104, τχ, 2, 1975, σελ. 3.

[5] Henri Frankfort, κ.ά., The Intellectual Adventure of Ancient Man: An Essay on Speculative Thought in the Ancient Near East [1946], University of Chicago Press, 1978, σελ. 343

[6] S. N. Eisenstadt (επιμ.), The Origins and Diversity of Axial Age Civilizations, State University of New York Press, 1986, σελ, 1.

[7] Απόδοση σύμφωνα με το: Αγίου Αυγουστίνου, Εξομολογήσεις, μτφ. & σχόλια Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, εκδόσεις Πατάκη, 1999, Β΄  τόμος, σελ. 90-91. [Σ.τ.Μ.]

Εικονογράφηση: Ο θεός των εγγλέζικων κανονιών (ή τα κανόνια του εγγλέζου θεού;) σε δράση (εδώ, στην Ταϊτή το 1767, σύμφωνα με μια γκραβούρα του John Hawkesworth), ο Θεός έφυγε σ’ έναν άλλο κόσμο, όμως βλέπει τα πάντα από την κλειδαρότρυπα (και άμα είναι σε δολάριο, ακόμα καλύτερα), στο γενικευμένο ανιμισμό των Inuit ακόμα και τα κουμπιά διαθέτουν inua -πνεύμα και προσωπικότητα (από τη συλλογή του Knud Rasmussen), πλώρη πιρόγας των  Manambu (Ν. Γουινέα), χορός των Kwakiutl (ΒΔ Ακτή), ιερό των Tallensi (Γκάνα), η θεοφάνεια της Παρθένου της Γουαδελούπης (όπως την είδε ένας φτωχός Ινδιάνος), ο Αυγουστίνος της Ιππώνας ψάχνει μάταια τον υπερβατικό Θεό στα πράγματα (πίνακας του Vittore Carpaccio) και, βέβαια, ο Marshall Sahlins στο αγαπημένο του στέκι. Και στο τέλος, ένα ακόμα πανοπτικό (ή παντεποπτικό) μάτι του Θεού από τον άλλο κόσμο.