Το μάθημα του Polanyi

Ένας χρόνος από το θάνατο του Μάρσαλ Σάλινς

Bure Kalou, Taveuni

«Δεν θυμάμαι πια γιατί ο σπουδαίος ούγγρος οικονομικός ιστορικός, ο Καρλ Πολάνιι, με ξεμονάχιασε για ένα σύντομο μάθημα. Ήμουν ένας από τους λίγους πτυχιούχους ανθρωπολογίας που είχαν πάρει την άδεια να παρακολουθήσουν το περίφημο σεμινάριο «Εμπόριο και Αγορές» στο Κολούμπια, στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Ο Πολάνιι μού είπε κάτι που, περιέργως, μου έμεινε καρφωμένο στο νου όλα αυτά τα χρόνια και που, ακόμα πιο περιέργως, απόχτησε υλική ενσάρκωση. Ο Πολάνιι ήθελε να μου πει ότι το μυαλό είναι όπως ένας άνθρωπος με ανάπηρο χέρι που προσπαθεί να πιάσει κάτι πάνω στο τραπέζι. Προσπαθεί έτσι, προσπαθεί αλλιώς, ώσπου να βρει ένα τρόπο βολικό για την αναπηρία του. Έτσι είναι και το μυαλό μας, είπε ο Πολάνιι. Βρίσκει κάποιο τρόπο να τα βγάλει πέρα με το υλικό της εμπειρίας. Θεωρούσα πάντα σωστό αυτό που είχε πει για το μυαλό, ασφαλώς, όταν όμως έπαθα μερική παράλυση στα χέρια, προσκολλήθηκα διπλά στο ανέκδοτο αυτό. Ήταν μια περίεργη αρρώστια που μου στέρησε την ικανότητα να γράφω και να ερευνώ.

Έγραφα ένα βιβλίο σε τρία μέρη, που, στο σύνολό του, είχε το σκοπό να επανασταστικοποιήσει μια παρωχημένη ανθρωπολογία. Μεγάλο μέρος της ανθρωπολογίας του 20ού αιώνα θα μπορούσε να χαραχτηριστεί σωστική επιχείρηση. Και βέβαια, στα μέσα του αιώνα, όταν ήμασταν φοιτητές, μας έλεγαν ότι είχαμε την υποχρέωση να διασώσουμε παραδοσιακούς πολιτισμούς όπως ήταν πριν αλλοιωθούν από τον ευρωαμερικάνικο οδοστρωτήρα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ανθρωπολογία τότε ήταν η μελέτη ενός υπό εξαφάνιση αντικειμένου, ενώ το τρίπτυχο βιβλίο μου ήταν μια προσπάθεια να διασώσει το αντικείμενο προσφέροντας ταυτόχρονα μια κριτική των ανθρωπολόγων (και άλλων) που το περιορίζουν. Το πρώτο μέρος έστηνε το εθνογραφικό σκηνικό και τα οντολογικά παρασκήνια, το δεύτερο θα ήταν μια μελέτη της Μαγεμένης Οικονομίας, και το τελευταίο μέρος θα κάλυπτε την Κοσμική Πολιτική.

Είχα σχεδόν τελειώσει το πρώτος μέρος –ένα είδος προλόγου στη μελέτη του πολιτισμού, για τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να ασκείται η ανθρωπολογία και για τον τρόπο με τον οποίο, θαρρώ, δυστυχώς παρεκτρέπεται– όταν το μάθημα του Πολάνιι έγινε φυσική πραγματικότητα. Σε βοήθειά μου ήρθε ο λαμπρός ιστορικός και γιος μου, ο Πίτερ Σάλινς, που διάκρινε στα σχεδόν τελειωμένα κεφάλαιά μου ένα ολοκληρωμένο βιβλίο και που κόπιασε υπομονετικά μαζί μου για να το κάνει πράγματι τέτοιο. Αυτό λοιπόν κρατάτε στα χέρια σας, τα προλεγόμενα σε μια νέα επιστήμη του μαγεμένου σύμπαντος.

Μπορείτε, με το δίκιο σας, να θεωρήσετε το βιβλίο αυτό κάτι σαν την κουκουβάγια της Αθηνάς που φτερουγίζει το σούρουπο. Είναι επίσης κάτι σαν το κύκνειο άσμα μου. Τουλάχιστον, θα έχετε μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια».

Μάρσαλ Σάλινς
Σικάγο, 14 του Φλεβάρη του 2021

new science

Ο Μάρσαλ Σάλινς πέθανε στις 5 Απριλίου 2021, στο σπίτι του στο Σικάγο, προτού προλάβει (όπως μας πληροφορεί ο Πίτερ, ο γιος του) να ολοκληρώσει τις ευχαριστίες στο τελευταίο του βιβλίο, δηλ. το κειμενάκι που μόλις διαβάσατε. Το βιβλίο αυτό, που πήρε την τελική του μορφή με τη βοήθεια και τη φροντίδα οικείων και φίλων, είναι το υπό δημοσίευση The New Science of the Enchanted Culture: An Anthropology of Most of Humanity (Princeton University Press).

 

Ο Μάρσαλ το 2013 στο αγαπημένο του στέκι.

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 27 του περιοδικού Πανοπτικόν (Σεπτέμβριος 2021), μαζί με μια μεγάλη συνέντευξη του Μάρσαλ Σάλινς («Χρειάζεται πάρα πολύς πολιτισμός για να φτιάξεις μια φυσική κατάσταση»).

 

Στη μνήμη του Μάρσαλ Σάλινς

Marshall D. Sahlins, 27.12.1930 – 05.04.2021

 

Δεν είναι εύκολο να μιλήσεις με ολοκληρωμένο τρόπο για ένα «τιτάνα της ανθρωπολογίας» (για να θυμηθούμε την ανακοίνωση του Πανεπιστημίου του Σικάγου), για ένα άνθρωπο που για δεκαετίες ήταν ίσως ο σημαντικότερος εν ζωή ανθρωπολόγος –σίγουρα σε ό,τι αφορά την αμερικάνικη πολιτισμική ανθρωπολογία– για ένα βιρτουόζο της πολεμικής που πρωταγωνίστησε για πάνω από μισό αιώνα στις θεωρητικές διαμάχες του κλάδου, αλλά και που, πέρα από αυτόν, άφησε το σημάδι του σε μια πληθώρα συζητήσεων σε γενικότερα φιλοσοφικά ή πολιτικά θέματα, εντός και εκτός ακαδημίας, για έναν λαμπρό ομιλητή, τέλος, ορμητικό και πληθωρικό, θερμό, με εκρηκτικό χιούμορ και ορκισμένο εχθρό της σοβαροφάνειας. Μόνο λίγα λόγια λοιπόν, για την πνευματική και πολιτική διαδρομή του Μάρσαλ Σάλινς.

Έχουν ισχυριστεί ότι ο Σάλινς στάθηκε ιδιαίτερα κινητικός, αν όχι ασταθής, στο επίπεδο της θεωρίας (του έχουν χρεώσει μια «έντονη κινητικότητα ανάμεσα σε αντίπαλα θεωρητικά παραδείγματα»), νομίζω όμως ότι σε όλη την διανοητική του πορεία έμεινε αξιοσημείωτα πιστός στους στόχους του και την οπτική του. Κι όσο για τη στάση του απέναντι σε ποικίλες θεωρίες, μπορούμε να πούμε ότι ο Σάλινς, όταν τις βρίσκει ενδιαφέρουσες, τις προσαρμόζει στη σκέψη του με τον ίδιο τρόπο που οι λαοί του κόσμου, κατά τον ίδιο, ιθαγενοποιούν τη νεοτερικότητα, εντάσσοντάς την στο δικό τους κοσμολογικό σύστημα.

Ξεκινώντας από ένα νεοεξελικτισμό μαρξιστικών αποχρώσεων, πέρασε γρήγορα, κάτω από την επίδραση του Πολάνιι, σε μια κριτική της οικονομικής ανθρωπολογίας προσχωρώντας στους «υποστασιακούς» (όπως έλεγαν τότε τους αντίπαλους του οικονομισμού) και ανακαλύπτοντας «τα ανθρωπολογικά οικονομικά» (όπως λέει στο Stone Age Economics). Παρά την επιτυχία εκείνου του πρώτου σημαντικού βιβλίου του, στους ριζοσπαστικούς και στους ανθρωπολογικούς κύκλους παράλληλα, δεν ενδιαφέρθηκε να υπηρετήσει έναν λυρικό πριμιτιβισμό, που εκείνο τον καιρό δημιουργούσε συρμό. Προτίμησε να προχωρήσει σε μια μετωπική σύγκρουση με την κοινωνιοβιολογία (σε μια εποχή που η «νέα σύνθεση» παρουσιαζόταν πανηγυρικά σαν η τελευταία και αναντίρρητη λέξη της επιστήμης) και, στη συνέχεια (με το Πολιτισμός και πρακτικός λόγος), να αναλύσει τον καπιταλισμό σαν πολιτισμικό σύστημα (αμφισβητώντας επομένως ρητά τις αξιώσεις του περί ορθολογικότητας, ή περί οικουμενικού πνεύματος κοκ) και, πάντα κάτω από την αιγίδα του αντιωφελιμισμού, να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τις μαρξιστικές απαρχές του. Παρότι η κριτική του στον μαρξισμό ήταν ριζική (εντοπίζοντας τις αστικές του προκείμενες) και παρά την απόρριψη του ιστορικού υλισμού (καταγγέλλοντας σαν απατηλή «την προκρούστεια αντίθεση “υλισμού” και “ιδεαλισμού”»), εντούτοις δεν εγκατέλειψε πλήρως τις μαρξικές παραδόσεις αναζητώντας, στα ίχνη του πρόωρα χαμένου Λυσιάν Σεμπάγκ, κάποιου είδους εναλλακτικό μαρξισμό (ένα «μποασιανό μαρξισμό», είπαν, εννοώντας κάτι σαν «πολιτισμικό μαρξισμό»). Ο Σάλινς συνέχισε πάντα να παραπέμπει στον Μαρξ, ωστόσο, σύμφωνα με μια ειρωνική παρατήρηση του Άνταμ Κούπερ, «ο δικός του Μαρξ όλο και περισσότερο έμοιαζε στον ώριμο Σάλινς». Μιαν ανάλογη, περίπλοκη κι αμφίσημη σχέση βλέπουμε στη στάση του απέναντι στον στρουκτουραλισμό. Παρά τον γαλλικό ενθουσιασμό του, ή ίσως εξαιτίας του (συνέβαιναν πράγματα εκείνες τις μέρες στους παρισινούς δρόμους), βιάστηκε να επικρίνει το νατουραλισμό του Λεβί-Στρος και εντόπισε αμέσως το έλλειμμα ιστορίας που δημιουργείται όταν εστιάζουμε σ’ ένα συγχρονικό σύστημα που, ιδεατά, λειτουργεί άψογα σαν καλοκουρδισμένο ρολόι. Καθώς, κατά συνέπεια, προσπάθησε να θεραπεύσει αυτό το έλλειμμα (με άλλα λόγια να συνδυάσει τη μελέτη του συστήματος με τη μελέτη της αλλαγής), γεφυρώνοντας συνάμα την ιστορία με την ανθρωπολογία σε μια εντυπωσιακή και φιλόδοξη σύζευξη (στα βιβλία του γύρω από το θάνατο του πλοιάρχου Κουκ, και γενικά γύρω από το αποικιακό συναπάντημα στην Πολυνησία), οι ακαδημαϊκοί παρατηρητές μίλησαν για κάποιου είδους «αποστασία» του Σάλινς – όπως όμως βλέπουμε στα ώριμα ή και γεροντικά γραφτά του, δείχνει πάντα απέραντο σεβασμό για τον Λεβί-Στρος και δηλώνει ότι ο στρουκτουραλισμός μπορούσε εγγενώς να θεραπεύσει τις αδυναμίες του: ακόμα μια φορά, πρόκειται για έναν σαλινσιανό στρουκτουραλισμό.

Όταν, ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’80, εμφανίστηκε μια νέα θεωρητική προβληματική κάτω από την ετικέτα του μεταστρουκτουραλισμού (ή, γενικότερα, του μεταμοντερνισμού), παρότι ορισμένοι έβλεπαν εδώ μια κάποια εκλεκτική συγγένεια με τη σκέψη του Σάλινς, ο ίδιος στάθηκε πάντα επιθετικά αντίθετος απέναντι σε αυτές τις «μετα-λογίες» (afterologies), εστιάζοντας μάλιστα την πολεμική του στον Μισέλ Φουκό, ενώ κράτησε αποστάσεις και από τη σχολή της Πολιτισμικής Κριτικής («ψευδοπολιτική της ερμηνείας»), που ωστόσο τον είχε ανακηρύξει πρόδρομό της. Αν μη τι άλλο, ο Σάλινς είχε από νωρίς τη διορατικότητα να διακρίνει ότι, παρά τις ηχηρές επαναστατικές αξιώσεις που προβάλλονταν σποραδικά, τα ρεύματα αυτά οδηγούσαν σε επιστημολογικό και σε πολιτικό αδιέξοδο. Κι αν, από την άλλη, πολλοί θεωρούν τον Σάλινς, σήμερα ακόμα, σαν κατεξοχήν εκπρόσωπο του πολιτισμικού σχετικισμού, ο ίδιος έχει ξεκαθαρίσει ότι θεωρεί τον πολιτισμικό σχετικισμό μια ανθρωπολογική τεχνική, μια πολύ χρήσιμη μέθοδο για την κατανόηση πολιτισμικών διαφορών, και όχι ηθική ή/και πολιτική αρχή.

Μια παρόμοια οργανική και αξεδιάλυτη σχέση ανάμεσα σε στοχασμό και δράση σημάδεψε και την ισόβια πολιτική στράτευση του Σάλινς. Ξεκινώντας από την αντίθεση στον πόλεμο του Βιετνάμ, συνέχισε, σε αντίθεση με πάμπολλους συνομήλικούς του ή νεότερους πανεπιστημιακούς, που βιάστηκαν ν’ αποστρατευτούν σιωπηρά (ή και να περάσουν στο άλλο στρατόπεδο, σαρκάζοντας με ευτέλεια τις προηγούμενες πράξεις τους), να παίρνει θέση δυναμικά και ριζοσπαστικά όποτε θεωρούσε ότι έπρεπε να υπερασπίσει την ελευθερία, αδιαφορώντας μάλιστα για το αν αυτό θα βλάψει το ακαδημαϊκό του κύρος, την εικόνα του σεβάσμιου και γαλήνιου, «αμερόληπτου» επιστήμονα. Για τον Σάλινς, οι πολιτικές του θέσεις συνδέονταν στενά, και μάλιστα ρίζωναν, στις καθαρά ανθρωπολογικές θεωρήσεις του, κάτι που νομίζω φαίνεται παραστατικά στη Δυτική ψευδαίσθηση της ανθρώπινης φύσης. Πολύχρονοι ήταν οι αγώνες του ενάντια στις προσπάθειες του αμερικάνικου μιλιταρισμού να χρησιμοποιήσει τις κοινωνικές επιστήμες σαν δύναμη υποστήριξης του στρατού σε μια σειρά από πολεμικές εξορμήσεις, από τον Κλίντον ως τον Τραμπ και με αποκορύφωμα την περίοδο του νεότερου Μπους – αγώνες που κατέληξαν στην παραίτηση του Σάλινς από την Εθνική Ακαδημία Επιστημών (NAS) των ΗΠΑ το 2013 (επί Ομπάμα, παρεπιπτόντως). Αξίζει επίσης να θυμηθούμε ότι, τα τελευταία χρόνια, πάσκισε να ξεσκεπάσει και να μπλοκάρει (κάτι που στο Σικάγο το κατόρθωσε) τις δραστηριότητες των «Ινστιτούτων Κομφούκιος», ιδρυμάτων που φυτεύει η κινέζικη κυβέρνηση σε δυτικά πανεπιστήμια, σε Αμερική και Ευρώπη, με την ολοφάνερη πρόθεση, πίσω απ’ το τυράκι της χρηματοδότησης, να ελέγξει όσα γράφονται για την Κίνα στο εξωτερικό. Να σημειώσουμε, τέλος, ότι στάθηκε μέντορας του σημαντικού ανθρωπολόγου και ακτιβιστή Ντέιβιντ Γκρέμπερ, που πέθανε ξαφνικά και τόσο πρόωρα λίγους μήνες πριν από αυτόν. Δάσκαλος και μαθητής έτυχε μάλιστα να υπογράψουν μαζί αυτό που αποδείχτηκε ότι ήταν το τελευταίο τους βιβλίο (On Kings).

Θα θυμόμαστε πάντα τον Μάρσαλ Σάλινς για πολλά πράγματα, για τη βαθύτητα των θεωρητικών του αναλύσεων και την αστείρευτη πνευματική δίψα του, αλλά και για την αγέραστη ζωντάνια του και το άσβεστο κέφι του, ιδιαίτερα σημαντική όμως παρακαταθήκη του, θαρρώ, θα παραμείνει η ανάγκη για μια, συνεκτική και κριτική, ανθρωπολογική (με την ευρεία έννοια) θεωρία, απαραίτητα σε σύγκρουση με τον ωφελιμισμό και την ιδέα του homo economicus. Δεν μπορεί να σταθεί, πόσο μάλλον να πραγματωθεί, ένα σχέδιο χειραφέτησης που υπονοεί ή ανέχεται δοξασίες περί μιας αιώνιας και ολέθριας ανθρώπινης φύσης.
                                                                                                                                                       Ν.Κ.

tetartoskosmos@gmail.com

Εικονογράφηση: Σπίτι των Πνευμάτων (Bure Kalou) στο Taveuni (Φίτζι).