Δολοφονία στο Δάσος Γουιλόνι

Μια ιστορία από τον Άγριο Νότο

Weelaunee Forest

Υπάρχει ένα δάσος που λέγεται Γουιλόνι. Έτσι το λέγανε οι Ινδιάνοι Μασκόγκι, αλλιώς Κρικ, που ζούσαν στα μέρη αυτά, πριν τους διώξουν – για την ακρίβεια, πριν τους τσουβαλιάσουν και τους μαντρώσουν κάπου στα δυτικά του Μισισιπή.[1] Μετά το είπαν Σάουθ Ρίβερ Φόρεστ, όπως και να το πούμε όμως, το δάσος αυτό εξακολουθεί να υπάρχει, όχι χωρίς ενδιάμεσες περιπέτειες, μόλις έξω από την πόλη της Ατλάντα. Δεν είναι ωστόσο σίγουρο ότι θα συνεχίσει να υπάρχει, τουλάχιστον ένα μέρος του, αφού έχουν εμφανιστεί σχέδια για την «αξιοποίησή» του.

Prison_farm_tree_sit

Και τι αξιοποίηση! Το εκσυγχρονιστικό όραμα, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η κατασκευή ενός «Εκπαιδευτικού Κέντρου για τη Δημόσια Ασφάλεια» (Public Safety Training Center): ένα στρατόπεδο ασκήσεων για την αστυνομία (και άλλων σωμάτων ασφαλείας, όπως η πυροσβεστική), το οποίο, πέρα από σκοπευτήρια, πίστες για εξάσκηση στην επικίνδυνη οδήγηση κλπ., θα περιλαμβάνει και μια εικονική μικρή πόλη, όπου οι μπάτσοι θα μπορούν να προβάρουν επιχειρήσεις σε «πραγματικό» αστικό περιβάλλον, από εφόδους σε διαμερίσματα μέχρι έλεγχο πλήθους και μαζικές συλλήψεις, με έμφαση σε στρατιωτικές τακτικές και στην καταστολή ταραχών. Επιπλέον, ο χώρος (που θα περιλαμβάνει ξενοδοχείο και νυχτερινά κέντρα) αναμένεται να προσφέρει στους αστυνομικούς, πέρα από εκπαίδευση, και κάποιου είδους αναψυχή: θα είναι ένα είδος παιδικής χαράς για μπάτσους, που χρειάζονται, λέει, βελτίωση του ηθικού τους – κάτι που δικιολογεί την ονομασία «Μπατσούπολη» (Cop City), που έδωσαν στο σχέδιο αυτό οι αντίπαλοί του.

fight for forest

Την πρωτοποριακή αυτή απόφαση πήρε η δημοτική αρχή της πόλης της Ατλάντα, ανατρέποντας ή διαστρέφοντας μια παλιότερη απόφαση του ίδιου δημοτικού συμβούλιου, που ζητούσε την κατασκευή ενός Εθνικού Πάρκου στον ευρύτερο χώρο του δάσους, ενώ συνέταιρος της δημοτικής αρχής στο σχέδιο αυτό εμφανίστηκε ένας μη κερδοσκοπικός αστυνομικός οργανισμός (Atlanta Police Foundation ή AFP), ένα από τα πολλά τέτοια ιδρύματα που έχουν ξεφυτρώσει στην Αμερική την τελευταία εικοσαετία, με στόχο να συγκεντρώνουν χρήμα από χορηγίες εταιρειών για να χρηματοδοτούν διάφορα αστυνομικά οράματα. Η δημιουργία τέτοιων στρατοπέδων εκπαίδευσης είναι επίσης συνηθισμένο πράγμα στη σημερινή Αμερική, πάντα με την αιώνια δικιολογία της αυξανόμενης εγκληματικότητας και της ανάγκης για την αντιμετώπισή της και πάντα στοχεύοντας στην επέκταση του αστυνομικού χώρου, κυριολεχτικά και μεταφορικά. Εκείνο που είναι ασυνήθιστο είναι η μεγάλη έκταση, περίπου 340 στρέμματα τουλάχιστον,[2] που μέλλει να καταλάβει αυτό το κέντρο εξάσκησης, κάτι που θα το κάνει τη μεγαλύτερη μπατσούπολη της χώρας. Αξιοσημείωτο στοιχείο, επίσης, ότι το σχέδιο αυτό αδιαφορεί εντελώς για ζητήματα πράσινου (το Δάσος θεωρείται βασικός πνεύμονας για την πόλη της Ατλάντα), σε μια εποχή όπου οι περιβαλλοντικές ευαισθησίες υποτίθεται ότι τιμούνται, κατ’ επίφαση τουλάχιστον. Να πούμε τέλος ότι, σε μέρος αυτού του χώρου, λειτουργούσε παλιότερα (ως το 1990) μια αγροτική φυλακή, με όχι ιδιαίτερα καλή φήμη.

tree-sit

Επιπλέον, ένα συμπληρωματικό σχέδιο αξιοποίησης, που προς το παρόν έχει μπλοκαριστεί σε νομικό επίπεδο, προβλέπει την κατασκευή ενός πρότυπου κινηματογραφικού στούντιο σε χώρο γειτονικό με την Μπατσούπολη, πατώντας άλλα 160 στρέμματα δάσους και δημιουργώντας ένα συνεχή χώρο εικονικών ψευτοπόλεων – κάτι που, για κάποιο λόγο, ενθουσιάζει τις εκσυγχρονιστικές ψυχές. Αυτό εξηγεί το διπλό σύνθημα των διαδηλωτών, «No Cop City» και «No Hollywood Distopia».

1

Απέναντι σε τέτοιου είδους οράματα, ξεσηκώθηκε ένα ευρύ και πολύμορφο κίνημα διαμαρτυρίας: ομάδες κατοίκων (από τις κοντινές στο δάσος περιοχές της Ατλάντα), περιβαλλοντικοί ακτιβιστές ποικίλων αποχρώσεων, φορείς και ενώσεις που είχαν δουλέψει για τη δημιουργία Εθνικού Πάρκου στην περιοχή, κάθε λογής αντικαπιταλιστές, εκπρόσωποι των Μασκόγκι (που θεωρούν την περιοχή «προγονικό έδαφος») κλπ, βλ. εδώ. Πολλοί από τους «υπερασπιστές του δάσους», προχώρησαν σε μια άτυπη κατάληψη, στήνοντας σκηνές, μικρούς καταυλισμούς και δεντρόσπιτα-παρατηρητήρια, φράζοντας το δρόμο σε οχήματα των εργολάβων, φτιάχνοντας μέχρι και μια μικρή κρεμαστή γέφυρα για να περνούν πάνω από ένα φαράγγι (γέφυρα που κατάστρεψαν οι δυνάμεις της τάξης σε κάποια προηγούμενη επιδρομή τους). Μετά από πολλές και διάφορες αψιμαχίες και αστυνομικές εφόδους, που απλώθηκαν σε όλο το 2022, η αστυνομία της Πολιτείας της Τζόρτζια (Georgia Bureau of Investigation ή GBI) προχώρησε σε μεγάλη εκκαθαριστική επιχείρηση στις 18 του προηγούμενου μήνα (Γενάρη). Το αποτέλεσμα ήταν μια δολοφονία στο Δάσος Γουιλόνι, αρκετά ειρωνικά εγκαίνια για ένα εκπαιδευτικό κέντρο δημόσιας ασφαλείας που, σύμφωνα με τους εμπνευστές του, «θα σώσει ζωές» (χάρι στην καλύτερη αστυνομική εκπαίδευση) – αλλά μάλλον δεν μιλάμε για τις ίδιες ζωές. Το θύμα ήταν ο Μανουέλ Τεράν (πλήρες όνομα Μανουέλ Εστέμπαν Παές Τεράν), γνωστός με το παρατσούκλι Τορτουγκίτα («χελωνίτσα») ή απλώς Τορτ, 26 χρονών, με καταγωγή από τη Βενεζουέλα. Σύμφωνα με φίλους και συντρόφους του, ο Τορτ, που δήλωνε non-binary, είχε πρωτοέρθει στο Γουιλόνι για να δηλώσει την αλληλεγγύη του, αγάπησε το Δάσος και επανερχόταν συχνά και για μεγάλα διαστήματα από τη Φλόριντα, όπου έμενε και όπου είχε σπουδάσει ιατρική. Σύμφωνα με το GBI, ο Τορτ πυροβολήθηκε (δέχτηκε 13 σφαίρες) επειδή δεν υπάκουσε στις εντολές (δηλ. άργησε να βγει απ’ τη σκηνή του) και, κυρίως, επειδή πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν αστυνομικό. Οι σύντροφοι του Τορτ αρνούνται αυτή την εκδοχή των γεγονότων, δηλώνοντας ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε ανταλλαγή πυροβολισμών. Επιπλέον, υπάρχουν καταγραμμένες συνομιλίες αστυνομικών που εκφράζουν την άποψη ότι ο συνάδελφός τους τραυματίστηκε από «φίλια πυρά» (κάτι όχι παράλογο, αφού είχαν περικυκλώσει τη σκηνή – βλ. το χώρο του φόνου, αμέσως παρακάτω).[3]

scene

Το GBI δήλωσε ότι, κατά την επιχείρηση, «εντόπισε και απομάκρυνε περίπου 25 καταυλισμούς», ενώ στα ευρήματά του περιλαμβάνονται «βεγγαλικά, “διάφορα αγχέμαχα όπλα” (υποθέτω ότι αυτό σημαίνει μαχαίρια, ή και τσεκούρια, άγκιστρα κλπ, μάλλον χρήσιμα ή και απαραίτητα όταν κάνεις κατασκήνωση), αεροβόλα, αντιασφυξιογόνες μάσκες και ένα φλόγιστρο (=απλή συσκευή για θερμοκολλήσεις)». Πιάστηκαν 7 άτομα, τα οποία κατηγορούνται μεταξύ άλλων για «εγχώρια τρομοκρατία» – μια όχι πρωτοφανής αλλά πάντως εξοργιστική και επικίνδυνη κλιμάκωση στα αυθαίρετα κατηγορητήρια. Όχι πρωτοφανής επειδή τουλάχιστον μια περιβαλλοντική ακτιβίστρια («water protector»), η Τζέσικα Ρέζνιτσεκ, βρίσκεται ήδη στη φυλακή με καταδίκη 8 ετών για «τρομοκρατία», επειδή βανδάλισε τις εγκαταστάσεις ενός αγωγού (Dakota Access Pipeline), ενώ «αντιτρομοκρατικές» κατηγορίες έχουν στραφεί και ενάντια στους Ινδιάνους του Στάντινγκ Ροκ, οπωσδήποτε όμως εξοργιστική και επικίνδυνη επειδή μοιάζει να καθιερώνει και να κατοχυρώνει την κατηγορία της «τρομοκρατίας» σε διάφορα είδη δράσης ή διαμαρτυρίας, πολλά από τα οποία οπωσδήποτε μη βίαια και τα υπόλοιπα με ελάχιστη ή ασήμαντη βία, σε σχέση με εκείνο που ονομάζονταν τον παλιό καιρό τρομοκρατία.[4]

image 2

Ακολούθησαν ταραχές στην Ατλάντα, αγρύπνιες και διαδηλώσεις σε πολλές αμερικάνικες πόλεις, εκδηλώσεις αλληλεγγύης σε διάφορα μέρη του κόσμου. Μερικές μέρες αργότερα, μετά τη δολοφονία αλλά όχι άσχετα με τη δολοφονία, ο δήμαρχος της Ατλάντα (Αντρέ Ντίκενς) ανακοίνωσε «συμβιβασμούς» και «βελτιώσεις» στο αστυνομικό σχέδιο – του είδους: θα διατηρηθεί περισσότερο πράσινο και θα υπάρχει μεγαλύτερη πρόσβαση στο χώρο, σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό, θα υπάρχουν φαρδύτερες ενδιάμεσες ζώνες, τα σκοπευτήρια θα είναι πιο απομακρυσμένα από τις κατοικημένες περιοχές, τα κομμένα δέντρα θα αντικατασταθούν (μια συνηθισμένη προκαταβολική παρηγόρια όταν υπάρχουν αντιδράσεις για κάποια ανάπλαση-ξεπάτωμα, μόνο που εδώ υποσχέθηκαν κάτι παραπάνω: «για κάθε δέντρο που θα κοπεί θα φυτέψουμε εκατό» – ας ελπίσουμε ότι θα χωρέσουν).

Έχει προγραμματιστεί μια εβδομάδα δράσης, 4-11 Μαρτίου, στη μνήμη του Μανουέλ και για τη συνέχεια του αγώνα.

tetartoskosmos@gmail.com

Cramer_Stop-Cop-City-1500 2

σημειώσεις

[1] Παρότι, στην ορολογία και την κατάταξη της εποχής, οι Μασκόγκι θεωρούνταν μία από τις «εκπολιτισμένες φυλές» και όχι «άγριοι» – τόσο πολιτισμένοι μάλιστα που κατείχαν και μαύρους σκλάβους. Όπως και άλλες ινδιάνικες φυλές, με πιο διάσημη περίπτωση τους Τσερόκι και το «Μονοπάτι των Δακρύων», έμαθαν με πικρό τρόπο ότι η αναγνώριση αυτού του «προνόμιου» και μίας κάπως καλύτερης θέσης στις φυλετικές ιεραρχίες δεν σήμαινε και πολλά πράγματα – και, εν πάση περιπτώσει, δεν τους προφύλαξε από το να έχουν ανάλογη μεταχείριση με τους υπόλοιπους, «κατώτερους» αδελφούς τους.

[2] Το αρχικό σχέδιο, ακόμα πιο φιλόδοξο, στόχευε να εξαπλωθεί σε μια διπλάσια περίπου έκταση, όμως οι εμπνευστές του δέχτηκαν να το «συρρικνώσουν» κάπως, σαν μια μορφή παραχώρησης προς όσους διαμαρτύρονται. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν ασάφειες για το τι θα συμβεί τελικά, δηλ. μέχρι πού θα επεκταθεί στην πράξη η Μπατσούπολη. Μια άλλη «παραχώρηση» είναι η δήλωση του AFP ότι στο Κέντρο δεν θα χρησιμοποιούνται ή δεν θα δοκιμάζονται εκρηκτικές ύλες (η τήρηση αυτής της υπόσχεσης, για να πούμε το λιγότερο, θα είναι, ασφαλώς, δύσκολο να ελεγχθεί).

[3] Ακόμα κι αν δεχτούμε την εκδοχή της αστυνομίας, ότι ο Τορτ είχε αγοράσει πρόσφατα και νόμιμα ένα πιστόλι, ακόμα κι αν δεχτούμε ότι ήταν ένθερμος λάτρης της ένοπλης βίας (κάτι που οι φίλοι του διαψεύδουν), παραμένει μυστήριο το πώς ένας έμπειρος ακτιβιστής έχασε την ψυχραιμία του σε τέτοιο σημείο ώστε να χρησιμοποιήσει όπλο σε τέτοιες συνθήκες και μέσα σε σκηνή: ήξερε ότι δεν βρισκόταν σε προστατευμένο ή οχυρωμένο σημείο, ήξερε ότι ήταν κυκλωμένος και δεν είχε διαφυγή, ήξερε τέλος ότι αν πυροβολούσε, έστω στον αέρα, για πλάκα, οι μπάτσοι θα τον γάζωναν μέσα στα επόμενα δευτερόλεπτα (εδώ δεν συγκρατούνται σε άλλες κι άλλες περιπτώσεις). Απομένει η πιθανότητα να ένιωσε εκείνο το πρωί μια αιφνίδια παρόρμηση για ηρωική αυτοκτονία και να προκάλεσε τους μπάτσους ώστε να τον σκοτώσουν γρήγορα και ανώδυνα.

[4] Για την αξιοπρόσεχτη εννοιολογική μετατόπιση της «τρομοκρατίας» σε κάτι πολύ διαφορετικό από ότι εννοούσε η ίδια λέξη πριν μερικές δεκαετίες (για όλο τον κόσμο, των αστυνομικών και των δημοσιογράφων συμπεριλαμβανομένων), βλέπε τη χαριτωμένη συνήθεια των αρχών να παρουσιάζουν σαν πολεμικά τρόπαια, π.χ. μετά από κάποια έφοδο σε κατάληψη, κράνη, μάσκες, ραβδιά και παρόμοια υλικά, σαν να ήταν πολεμικά τρόπαια από κάποια γιάφκα του παλιού καιρού, με το ίδιο μπρίο που παρουσιάζονταν παλιότερα καλάσνικοφ, πιστόλια, χειροβομβίδες και εκρηκτικά, δηλ. σαν να είχαμε να κάνουμε με πραγματικά όπλα. Βλ. επίσης Αζαζέλ 2020, σημ. 5.

Advertisement